Άσυλο στα ρουμανικά
Μετάφραση: άσυλο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
azil, de azil, azilului, azilul, materie de azil
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άσυλο
άσυλο της αγίας αικατερίνης, άσυλο ανιάτων κυψέλης, άσυλο ανιάτων, άσυλο του παιδιού, άσυλο κατοικίας, άσυλο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, άσυλο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- άσπρος στα ρουμανικά - gol, alb, albă, albe, alba, culoare albă
- άστατος στα ρουμανικά - variabil, nestatornic, nestatornici, capricios, versatil, fickle
- άσφαλτος στα ρουμανικά - asfalt, de asfalt, asfaltat, asfaltului, asphalt
- άσχετος στα ρουμανικά - irelevant, irelevante, irelevantă, lipsită de relevanță, lipsit de relevanță
Τυχαίες λέξεις
Άσυλο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: azil, de azil, azilului, azilul, materie de azil
Μεταφράσεις: azil, de azil, azilului, azilul, materie de azil