Ενσωματώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: ενσωματώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
conţine, întruchipa, întruchipează, întruchipeze, intruchipeaza, încorporează
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενσωματώνω
ενσωματώνω συνώνυμο, ενσωματώνω στα αγγλικά, ενσωματώνω υπότιτλους, ενσωματώνω μετάφραση, ενσωματώνω αγγλικα, ενσωματώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ενσωματώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ενστικτωδώς στα ρουμανικά - instinctiv, mod instinctiv, instinct, din instinct
- ενστικτώδης στα ρουμανικά - instinctiv, instinctivă, instinctiva, instinctive, instinct
- εντάσσω στα ρουμανικά - I includ, să includ, I includ pe, includ, am inclus
- εντατικά στα ρουμανικά - intens, intensiv, intensivă, mod intensiv, intensă
Τυχαίες λέξεις
Ενσωματώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: conţine, întruchipa, întruchipează, întruchipeze, intruchipeaza, încorporează
Μεταφράσεις: conţine, întruchipa, întruchipează, întruchipeze, intruchipeaza, încorporează