Ενσωματώνω στα σλοβενικά

Μετάφραση: ενσωματώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vložit, zapustit, poosebljajo, utelešajo, uteleša, utelešati, izražali
Ενσωματώνω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενσωματώνω

ενσωματώνω συνώνυμο, ενσωματώνω στα αγγλικά, ενσωματώνω υπότιτλους, ενσωματώνω μετάφραση, ενσωματώνω αγγλικα, ενσωματώνω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ενσωματώνω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • ενστικτωδώς στα σλοβενικά - nagonsko, instinktivno, nehote, se nagonsko, je nagonsko
  • ενστικτώδης στα σλοβενικά - instinktivní, instinktivno, nagonsko, instinktivna, instinktivni, nagonski
  • εντάσσω στα σλοβενικά - I, jaz, sem, bom, mi
  • εντατικά στα σλοβενικά - intenzivno, intenzivneje, se intenzivno
Τυχαίες λέξεις
Ενσωματώνω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: vložit, zapustit, poosebljajo, utelešajo, uteleša, utelešati, izražali