Λαξεύω στα ρουμανικά
Μετάφραση: λαξεύω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tăia, Hew, Tăiați, toca, cioplește
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαξεύω
λαξεύω αγγλικά, λαξεύω συνωνυμα, λαξεύω ετυμολογια, λαξεύω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, λαξεύω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- λανολίνη στα ρουμανικά - lanolină, lanolina
- λαξευτής στα ρουμανικά - sculptor, chiseler
- λαρδί στα ρουμανικά - untură, untura, slănină, slanina, de untură
- λαρυγγικός στα ρουμανικά - gutural, guturale, guturală, laringhiane, de laringhiane
Τυχαίες λέξεις
Λαξεύω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: tăia, Hew, Tăiați, toca, cioplește
Μεταφράσεις: tăia, Hew, Tăiați, toca, cioplește