Λαξεύω στα τούρκικα

Μετάφραση: λαξεύω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
keski, oymak, yontmak, HEW, keser, balta ile kesmek
Λαξεύω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαξεύω

λαξεύω αγγλικά, λαξεύω συνωνυμα, λαξεύω ετυμολογια, λαξεύω λεξικό γλώσσας τούρκικα, λαξεύω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • λανολίνη στα τούρκικα - lanolin, lanoline, bilgileri Lanolin
  • λαξευτής στα τούρκικα - üçkâğıtçı, dolandırıcı, para sızdıran kimse, sızdıran, para sızdıran
  • λαρδί στα τούρκικα - domuz yağı, lard, domuz, Şpig
  • λαρυγγικός στα τούρκικα - gırtlaksı, guttural, gırtlaktan, gırtlak, kısık
Τυχαίες λέξεις
Λαξεύω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: keski, oymak, yontmak, HEW, keser, balta ile kesmek