Μυημένος στα ρουμανικά
Μετάφραση: μυημένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
iniția, inițieze, inițiază, initia, inițiere
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μυημένος
μυημένος στα αγγλικα, μυημένος συνωνυμο, μυημένος συνώνυμα, μυημένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μυημένος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- μπύρα στα ρουμανικά - bere, de bere, berea, berii, a berii
- μυελός στα ρουμανικά - măduvă, măduva spinării, medulla, medula, medulara, maduva spinarii
- μυθικός στα ρουμανικά - legendar, mitic, mitică, mitice, mitica, mitologic
- μυθιστόρημα στα ρουμανικά - roman, nou, noi, romanul, nouă
Τυχαίες λέξεις
Μυημένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: iniția, inițieze, inițiază, initia, inițiere
Μεταφράσεις: iniția, inițieze, inițiază, initia, inițiere