Μυημένος στα λιθουανικά

Μετάφραση: μυημένος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išvietė, tualetas, inicijuoti, pradėti, inicijuoja, pradeda, imtis
Μυημένος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυημένος

μυημένος στα αγγλικα, μυημένος συνωνυμο, μυημένος συνώνυμα, μυημένος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μυημένος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • μπύρα στα λιθουανικά - alus, alaus, alų, beer, alui
  • μυελός στα λιθουανικά - pailgųjų, Medulla, šerdis, pailgųjų smegenų, Kaulų smegenys
  • μυθικός στα λιθουανικά - mitinis, mistinis, mitinės, mitinė, mitinio
  • μυθιστόρημα στα λιθουανικά - novelė, romanas, naujas, romaną, romano
Τυχαίες λέξεις
Μυημένος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išvietė, tualetas, inicijuoti, pradėti, inicijuoja, pradeda, imtis