Αδιάκριτος στα ρωσικά

Μετάφραση: αδιάκριτος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бестактный, нетактичный, некорректный, пытливый, любознательный, испытующий, дотошный, детектив, Snooper
Αδιάκριτος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδιάκριτος

αδιάκριτος στα αγγλικά, αδιάκριτος αγγλικά, αδιάκριτοσ english, αδιάκριτος συνώνυμο, αδιάκριτος μετάφραση, αδιάκριτος λεξικό γλώσσας ρωσικά, αδιάκριτος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αδιάθετος στα ρωσικά - нездоровый, плохо, недомогание, нездоровы, нездоровым
  • αδιάκοπος στα ρωσικά - постоянный, беспрерывный, взрослый, основательный, неустанный, нескончаемый, константный, ...
  • αδιάλλακτος στα ρωσικά - непреклонный, недвижимый, несгибаемый, негнущийся, суровый, косный, непоколебимый, ...
  • αδιάλυτος στα ρωσικά - неразрешимый, нерастворимый, нерастворим, нерастворимые, нерастворимым, нерастворимы
Τυχαίες λέξεις
Αδιάκριτος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: бестактный, нетактичный, некорректный, пытливый, любознательный, испытующий, дотошный, детектив, Snooper