Ατημέλητος στα ρωσικά

Μετάφραση: ατημέλητος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
неряшливый, беспорядочный, неопрятный, грязный, замурзанный, безалаберный, в, на, по, во
Ατημέλητος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατημέλητος

ατημέλητος στα αγγλικα, ατημέλητος κότσος, ατημέλητος συνώνυμα, ατημέλητος ετυμολογια, ατημέλητος συνώνυμο, ατημέλητος λεξικό γλώσσας ρωσικά, ατημέλητος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ατενίζω στα ρωσικά - взор, озираться, поглазеть, глазеть, взирать, приглядываться, созерцать, ...
  • ατζαμής στα ρωσικά - труднопреодолимый, аляповатый, нескладный, тот, неловкий, пиковый, новичок, ...
  • ατμός στα ρωσικά - пара, пар, выпаривание, Паровая, паровой, паром
  • ατμόσφαιρα στα ρωσικά - звук, стюардесса, облик, тушевать, выветривать, мелодия, атмосфера, ...
Τυχαίες λέξεις
Ατημέλητος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: неряшливый, беспорядочный, неопрятный, грязный, замурзанный, безалаберный, в, на, по, во