Δάκτυλο στα ρωσικά

Μετάφραση: δάκτυλο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
перст, палец, пальцем, пальца, пальцев, перста
Δάκτυλο στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δάκτυλο

ελληνικό δάχτυλο, δάκτυλο επί των τύπων των ήλων, φουσκωμένο δάχτυλο, δάκτυλο σκανδάλη, εκτινασσόμενο δάχτυλο, δάκτυλο λεξικό γλώσσας ρωσικά, δάκτυλο στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • δάγκωμα στα ρωσικά - прокус, укус, отравление, кусать, откусывать, щипать, прогрызать, ...
  • δάκρυ στα ρωσικά - дыра, раздирать, рвать, амортизация, мчаться, разрывать, прорываться, ...
  • δάνειο στα ρωσικά - овердрафт, одалживать, ссужать, заем, ссудить, ссуда, заём, ...
  • δάρτης στα ρωσικά - пест, бич, било, битер, колотушка, тот, загонщик, ...
Τυχαίες λέξεις
Δάκτυλο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: перст, палец, пальцем, пальца, пальцев, перста