Άντρας στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: άντρας, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
човек, човекот, маж, мажот
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άντρας
άντρας κριός, άντρας αιγόκερως, άντρας σκορπιός, άντρας παρθένος, άντρας ζυγός, άντρας λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, άντρας στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- άνοστος στα σλαβομακεδονικά - разводнен, гола вода
- άντληση στα σλαβομακεδονικά - пумпна, пумпни, пумпање, препумпната, транспорт на
- άντρο στα σλαβομακεδονικά - пештерска, пештера, Пештерата, каверна, Каверн
- άνω στα σλαβομακεδονικά - над, погоре, пред, горенаведените, горе
Τυχαίες λέξεις
Άντρας στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: човек, човекот, маж, мажот
Μεταφράσεις: човек, човекот, маж, мажот