Άντρας στα ουκρανικά

Μετάφραση: άντρας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
товариш, пару, шанувальник, парубок, співробітник, людина, осіб, чоловік, людей
Άντρας στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άντρας

άντρας κριός, άντρας αιγόκερως, άντρας σκορπιός, άντρας παρθένος, άντρας ζυγός, άντρας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άντρας στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • άνοστος στα ουκρανικά - слабкий, переваги, украдливий, увічливий, пестливий, чемний, невиразний, ...
  • άντληση στα ουκρανικά - усмоктування, ссання, смоктання, накачування, підготовка, накачка
  • άντρο στα ουκρανικά - печера, каверна, Пещера, печеру
  • άνω στα ουκρανικά - вгорі, нагору, наверху, вище, шипучий, вгору, нагорі, ...
Τυχαίες λέξεις
Άντρας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: товариш, пару, шанувальник, парубок, співробітник, людина, осіб, чоловік, людей