Αντικρίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αντικρίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
конфронтираат, се соочи со, се соочи, се спротивстави, соочи
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντικρίζω
αντικρίζω την μορφη μου lyrics, αντικρίζω ή αντικρύζω, αντικρίζω λεξικό, αντικρίζω αοριστος, αντικρίζω συνωνυμα, αντικρίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αντικρίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αντικείμενο στα σλαβομακεδονικά - објект, објектот, објектно, предметот, предмет
- αντικειμενικός στα σλαβομακεδονικά - цел, целта, објективен, објективни, објективна
- αντικρούω στα σλαβομακεδονικά - опровергавам
- αντιλέγω στα σλαβομακεδονικά - oppugn
Τυχαίες λέξεις
Αντικρίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: конфронтираат, се соочи со, се соочи, се спротивстави, соочи
Μεταφράσεις: конфронтираат, се соочи со, се соочи, се спротивстави, соочи