Απάγω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: απάγω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
размахване, брзо движење
Απάγω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απάγω

απάγω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, απάγω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αξιόπιστος στα σλαβομακεδονικά - сигурен, веродостојни, доверливи, сигурна, сигурни
  • αξονικός στα σλαβομακεδονικά - аксијален, аксијална, аксијално, аксијални, осовински
  • απάθεια στα σλαβομακεδονικά - апатија, апатијата, рамнодушност, апатија кај
  • απάνθρωπα στα σλαβομακεδονικά - нечовечко, нечовечно, нечовечки, нехумани, нехуман
Τυχαίες λέξεις
Απάγω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: размахване, брзо движење