Απάγω στα ουκρανικά

Μετάφραση: απάγω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
викрадати, викрасти, відводити, викрадіть, красти, прошмигнути, шмигнути
Απάγω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απάγω

απάγω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, απάγω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αξιόπιστος στα ουκρανικά - міцність, тривкість, надійний, достовірність, вірогідність, надійне, найнадійніший, ...
  • αξονικός στα ουκρανικά - аксіальна, аксіальне, осьовий, аксіальний, осьової, осьовій, осьового, ...
  • απάθεια στα ουκρανικά - апатія
  • απάνθρωπα στα ουκρανικά - безжально, жорстоко, безжалісно, болісно, болюче, нелюдський, нелюдяний, ...
Τυχαίες λέξεις
Απάγω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: викрадати, викрасти, відводити, викрадіть, красти, прошмигнути, шмигнути