Επιπλοκή στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: επιπλοκή, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
компликација, компликации
Επιπλοκή στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιπλοκή

ιατρική επιπλοκή, επιπλοκή αγγλικά, επιπλοκή english, επιπλοκή μετάφραση, επιπλοκή λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επιπλοκή στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • επιπλέω στα σλαβομακεδονικά - плови, пливачки, пловка, float, лебдат
  • επιπλήττω στα σλαβομακεδονικά - осудат, разобличи, изобличи, ги осудат
  • επιπλώνω στα σλαβομακεδονικά - достави, да достави, достават, доставува, обезбедат
  • επιπολαιότητα στα σλαβομακεδονικά - површноста, површност, лекомислие
Τυχαίες λέξεις
Επιπλοκή στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: компликација, компликации