Λεκιάζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: λεκιάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дамка, дупка, дамки, дамката, боење
Λεκιάζω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λεκιάζω

λεκιάζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, λεκιάζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • λειψανοθήκη στα σλαβομακεδονικά - реликвијар, реликвијарот, ковчег
  • λεκάνη στα σλαβομακεδονικά - слив, сливот, басен, басенот, корито
  • λεμονάδα στα σλαβομακεδονικά - лимонада, лимонадата, лимунада
  • λεμφικός στα σλαβομακεδονικά - лимфоидни, лимфоидна, лимфоидните, лимфоидниот, лимфоидното
Τυχαίες λέξεις
Λεκιάζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: дамка, дупка, дамки, дамката, боење