Λεκιάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: λεκιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пляма, цятка, заплямувати, фарба, плямувати, пляму
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεκιάζω
λεκιάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λεκιάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λειψανοθήκη στα ουκρανικά - ковчег, ковчега, ковчегу
- λεκάνη στα ουκρανικά - чаша, резервуар, миска, полумисок, таз, басейн
- λεμονάδα στα ουκρανικά - соковижималка, лимонад
- λεμφικός στα ουκρανικά - лімфа, лімфатичний, лімфатична, лімфатичну, лімфатичні
Τυχαίες λέξεις
Λεκιάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пляма, цятка, заплямувати, фарба, плямувати, пляму
Μεταφράσεις: пляма, цятка, заплямувати, фарба, плямувати, пляму