Οξυγόνωση στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: οξυγόνωση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
оксигенација, оксигенацијата, оксидацијата, оксидација, кислород
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξυγόνωση
οξυγόνωση νερού, οξυγόνωση αίματος, οξυγόνωση εγκεφάλου, οξυγόνωση του αίματος, οξυγόνωση των κυττάρων, οξυγόνωση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, οξυγόνωση στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- οξικός στα σλαβομακεδονικά - оцетна, на оцетна, оцетната, ацетатна, ацетична
- οξυγονοκολλώ στα σλαβομακεδονικά - oxygonokollo
- οξυδέρκεια στα σλαβομακεδονικά - увид, на увид, преглед, увид во, увидот
- οξυδερκής στα σλαβομακεδονικά - перцептивните, перцептивна, перцептивен, перцептивни, перцептивната
Τυχαίες λέξεις
Οξυγόνωση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: оксигенација, оксигенацијата, оксидацијата, оксидација, кислород
Μεταφράσεις: оксигенација, оксигенацијата, оксидацијата, оксидација, кислород