Οξυγόνωση στα τσεχικά
Μετάφραση: οξυγόνωση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
okysličení, okysličování, oxygenace, oxygenační, oxygenaci
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξυγόνωση
οξυγόνωση νερού, οξυγόνωση αίματος, οξυγόνωση εγκεφάλου, οξυγόνωση του αίματος, οξυγόνωση των κυττάρων, οξυγόνωση λεξικό γλώσσας τσεχικά, οξυγόνωση στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- οξικός στα τσεχικά - octový, octová, octové, kyselina octová, kyselina, octovou
- οξυγονοκολλώ στα τσεχικά - svářet, přivařit, svar, svár, oxygonokollo
- οξυδέρκεια στα τσεχικά - ostrost, bystrost, pohled, vhled, Insight, nahlédnutí, pochopení
- οξυδερκής στα τσεχικά - horlivý, přísný, žádostivý, pronikavý, bystrý, štiplavý, prudký, ...
Τυχαίες λέξεις
Οξυγόνωση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: okysličení, okysličování, oxygenace, oxygenační, oxygenaci
Μεταφράσεις: okysličení, okysličování, oxygenace, oxygenační, oxygenaci