Συγκεντρώνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: συγκεντρώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
соберат, собира, се соберат, собираме, собираат
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεντρώνω
συγκεντρώνω στα αγγλικά, συγκεντρώνω συνώνυμο, συγκεντρώνω συνώνυμα, συγκεντρώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, συγκεντρώνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- συγκεκριμένος στα σλαβομακεδονικά - специфични, специфичните, конкретни, одредени, специфична
- συγκεντρώνομαι στα σλαβομακεδονικά - концентрираат, концентрираме, се концентрираат, се концентрира, концентрира
- συγκινητικός στα σλαβομακεδονικά - поместување, се движат, се движи, движат, движи
- συγκλονίζω στα σλαβομακεδονικά - растресе, грчењето, го растресе
Τυχαίες λέξεις
Συγκεντρώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: соберат, собира, се соберат, собираме, собираат
Μεταφράσεις: соберат, собира, се соберат, собираме, собираат