Τρεκλίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τρεκλίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тетерават, тетеравејќи, се тетерават
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεκλίζω
τρεκλίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τρεκλίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τραχύτητα στα σλαβομακεδονικά - грубост, грубоста, нерамнини, рапавост, грубост се
- τραύμα στα σλαβομακεδονικά - траума, траумата, трауми, траумите
- τρελούτσικος στα σλαβομακεδονικά - чукнат
- τρελός στα σλαβομακεδονικά - луди, луд, луда, лудо
Τυχαίες λέξεις
Τρεκλίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: тетерават, тетеравејќи, се тетерават
Μεταφράσεις: тетерават, тетеравејќи, се тетерават