Υπάγω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: υπάγω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
оди, одат, одите, одам, одиме
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπάγω
υπάγω συνώνυμα, παράγω στα αγγλικά, υπάγω αρχικοί χρόνοι, υπάγω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, υπάγω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- υλοποιώ στα σλαβομακεδονικά - материјализира, материјализираат, се материјализира, материјализираа, се материјализираат
- υνί στα σλαβομακεδονικά - ploughshare
- υπάκουος στα σλαβομακεδονικά - послушни, послушен, послушна, послушните, покорни
- υπάλληλος στα σλαβομακεδονικά - вработен, вработениот, вработените, работник, работникот
Τυχαίες λέξεις
Υπάγω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: оди, одат, одите, одам, одиме
Μεταφράσεις: оди, одат, одите, одам, одиме