Υπάγω στα φινλανδικά

Μετάφραση: υπάγω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laji, kategoria, sääty, luokka, oppitunti, laatu, kurssi, mennä, mene, siirry, menevät, lähteä
Υπάγω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπάγω

υπάγω συνώνυμα, παράγω στα αγγλικά, υπάγω αρχικοί χρόνοι, υπάγω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, υπάγω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • υλοποιώ στα φινλανδικά - kalu, työväline, tarvekalu, toteutua, toteudu, toteutuvat, toteutunut, ...
  • υνί στα φινλανδικά - auranterä
  • υπάκουος στα φινλανδικά - nöyrä, tottelevainen, kuuliainen, kuuliaisia, kuuliaiset, tottelevaisia
  • υπάλληλος στα φινλανδικά - liikeapulainen, kirjanpitäjä, virkailija, kirjuri, työntekijä, työntekijän, työntekijöiden, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπάγω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: laji, kategoria, sääty, luokka, oppitunti, laatu, kurssi, mennä, mene, siirry, menevät, lähteä