Φρενίτιδα στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: φρενίτιδα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бес, лудост, хистерија, лудило, полуда
Φρενίτιδα στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρενίτιδα

γερμανοφοβική φρενίτιδα, φρενίτιδα συνωνυμα, φρενίτιδα λεξικο, φρενίτιδα ορισμος, φρενίτιδα βικιπαιδεια, φρενίτιδα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, φρενίτιδα στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • φρενάρισμα στα σλαβομακεδονικά - сопирање, кочење, за сопирање, на сопирање, сопирањето
  • φρενάρω στα σλαβομακεδονικά - Frenaros
  • φρενιτιώδης στα σλαβομακεδονικά - френетичен, избезумени, френетични, направи избезумени, да направи избезумени
  • φρεσκάδα στα σλαβομακεδονικά - свежината, свежина, свежестта
Τυχαίες λέξεις
Φρενίτιδα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: бес, лудост, хистерија, лудило, полуда