Γνέφω στα σλοβενικά

Μετάφραση: γνέφω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gesto, signál, Dati znak
Γνέφω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γνέφω

γνέφω ετυμολογία, γνέφω καταφατικά, γνέφω συνώνυμα, γνέφω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, γνέφω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • γλώσσα στα σλοβενικά - jezik, žargon, language, jeziku, jezika
  • γνέθω στα σλοβενικά - vrteti, spin, centrifuge, ožemanja, ožemanje, centrifugiranja
  • γνήσια στα σλοβενικά - pristni, pristna, pristen, pristno, resnična
  • γνήσιος στα σλοβενικά - originální, originál, pristni, pristna, pristen, pristno, resnična
Τυχαίες λέξεις
Γνέφω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: gesto, signál, Dati znak