Βεβαιώνομαι στα σουηδικά

Μετάφραση: βεβαιώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
garantera, försäkra, jag ser till, jag se till, jag se till att, jag vara säker, jag till att
Βεβαιώνομαι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βεβαιώνομαι

βεβαιώνομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, βεβαιώνομαι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • βεβαίως στα σουηδικά - visst, förvisso, säkert, verkligen, säkerligen, definitivt
  • βεβαιότητα στα σουηδικά - visshet, säkerhet, säkerheten, läget
  • βεβαιώνω στα σουηδικά - bejaka, garantera, certifiera, intyga, intygar, försäkrar, intygas
  • βεβηλώνω στα σουηδικά - orena, orenar, befläcka, besudla, defile
Τυχαίες λέξεις
Βεβαιώνομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: garantera, försäkra, jag ser till, jag se till, jag se till att, jag vara säker, jag till att