Δεσμός στα σουηδικά
Μετάφραση: δεσμός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
obligation, angelägenhet, affär, bindning, obligations, bindningen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσμός
δεσμός υδρογόνου στο νερό, δεσμός συνώνυμα, δεσμός θεσσαλονίκη, δεσμός συναίσθημα και διαπροσωπικές σχέσεις, δεσμός αμθ, δεσμός λεξικό γλώσσας σουηδικά, δεσμός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- δεσμεύω στα σουηδικά - begå, boja, fjättra, fetter, bojan, bojor
- δεσμοφύλακας στα σουηδικά - jailer, jaileren, fångvaktaren, fångvaktare, fångvakt
- δεσποινίς στα σουηδικά - fröken, sakna, mademoiselle, mademoisellen
- δεσποτικός στα σουηδικά - masterful, mästerlig, mäster, Mästerligt, mästerliga
Τυχαίες λέξεις
Δεσμός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: obligation, angelägenhet, affär, bindning, obligations, bindningen
Μεταφράσεις: obligation, angelägenhet, affär, bindning, obligations, bindningen