Λιχνίζω στα σουηδικά

Μετάφραση: λιχνίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sålla
Λιχνίζω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιχνίζω

λιχνίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, λιχνίζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • λιτός στα σουηδικά - avhållsam, tarvlig, återhållsam, sparsam, Thrifty, spar, sparsamma, ...
  • λιτότητα στα σουηδικά - sparsamhet, thrift, trift, sparsamheten
  • λιχουδιά στα σουηδικά - delikatess, läckerhet, delikatessen, finkänslighet
  • λιώνω στα σουηδικά - tö, töa, smälta, slösa, avfall, slösa bort, slösar, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιχνίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sålla