Λογοκρίνω στα σουηδικά
Μετάφραση: λογοκρίνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
censor, censurera, censuren, censur, censorn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λογοκρίνω
συγκρίνω στα αγγλικά, λογοκρίνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, λογοκρίνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- λογοκλοπή στα σουηδικά - plagiat, plagiering, plagierings, plagiarism
- λογοκλόπος στα σουηδικά - plagiarist
- λογοκριτής στα σουηδικά - censor, censurera, censuren, censur, censorn
- λογομαχία στα σουηδικά - utbyte, debatt, debattera, argument, växla, överhörning, hörningen, ...
Τυχαίες λέξεις
Λογοκρίνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: censor, censurera, censuren, censur, censorn
Μεταφράσεις: censor, censurera, censuren, censur, censorn