Λογοκρίνω στα πολωνικά
Μετάφραση: λογοκρίνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
cenzurować, ocenzurować, cenzor, cenzorem, cenzora, cenzura
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λογοκρίνω
συγκρίνω στα αγγλικά, λογοκρίνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, λογοκρίνω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- λογοκλοπή στα πολωνικά - plagiat, plagiator, plagiatu, plagiatem, plagiarism, plagiaty
- λογοκλόπος στα πολωνικά - plagiator, plagiatorem, plagiarist
- λογοκριτής στα πολωνικά - cenzor, cenzurować, ocenzurować, cenzorem, cenzora, cenzura
- λογομαχία στα πολωνικά - wymieniać, wymienienie, debata, zamiana, wymieniacz, wywód, giełda, ...
Τυχαίες λέξεις
Λογοκρίνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: cenzurować, ocenzurować, cenzor, cenzorem, cenzora, cenzura
Μεταφράσεις: cenzurować, ocenzurować, cenzor, cenzorem, cenzora, cenzura