Μάνταλο στα σουηδικά

Μετάφραση: μάνταλο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spärr, spärren, låskretsen
Μάνταλο στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάνταλο

μάνταλο πόρτας, παναγιώτη μάνταλο, μάνταλο wiki, πέτρο μάνταλο, μάνταλο λεξικό γλώσσας σουηδικά, μάνταλο στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • μάνα στα σουηδικά - mamma, mor, modern, moder, mamman
  • μάνικα στα σουηδικά - slang, slangen, lang
  • μάντης στα σουηδικά - diviner, gudom, gudomligare, gudomliga, slagruteman
  • μάντρα στα σουηδικά - penna, paddock, hagen, hage, paddocken, depån
Τυχαίες λέξεις
Μάνταλο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: spärr, spärren, låskretsen