Μετοχή στα σουηδικά
Μετάφραση: μετοχή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
particip, del, aktie, andel, Share, andelen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετοχή
μετοχή πειραιως, μετοχή της eurobank, μετοχή οτε, μετοχή τράπεζας κύπρου, μετοχή αρχαία ελληνικά, μετοχή λεξικό γλώσσας σουηδικά, μετοχή στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μετεωρολόγος στα σουηδικά - meteorolog, meteorologen, metrolog, meteorologist
- μετουσιώνω στα σουηδικά - denaturerad, denaturerat, denaturerade, denatureras, denature
- μετρ στα σουηδικά - mästare, herre, maitre
- μετρητά στα σουηδικά - kontant, kontanter, pengar, kassa
Τυχαίες λέξεις
Μετοχή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: particip, del, aktie, andel, Share, andelen
Μεταφράσεις: particip, del, aktie, andel, Share, andelen