Προπορεύομαι στα σουηδικά
Μετάφραση: προπορεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pionjär, föregå, före, föregår, föregås, föregås av
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προπορεύομαι
προπορεύομαι αντίθετο, προπορεύομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, προπορεύομαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- προπονούμενος στα σουηδικά - träning, övning, proponoumenos
- προπονώ στα σουηδικά - tränare, buss, vagn, coach, tränaren, coachen
- προπόνηση στα σουηδικά - övning, träning, utbildning, utbildningen, utbildnings
- προς στα σουηδικά - hos, på, mot, för, till, åt, att, ...
Τυχαίες λέξεις
Προπορεύομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: pionjär, föregå, före, föregår, föregås, föregås av
Μεταφράσεις: pionjär, föregå, före, föregår, föregås, föregås av