Προσβολή στα σουηδικά
Μετάφραση: προσβολή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anstöt, attack, angrepp, attacken, tack
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσβολή
προσβολή κληρονομικού δικαιώματος, προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, προσβολή νεκρού νόμος, προσβολή συνώνυμα, προσβολή της σύνθεσης ή της λειτουργίας του κοινοβουλίου, προσβολή λεξικό γλώσσας σουηδικά, προσβολή στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- προσβάλλω στα σουηδικά - smäcker, spenslig, smärt, förnärma, förolämpa, lätt, smal, ...
- προσβλητικός στα σουηδικά - offensiv, stötande, kränkande, offensiven, offensiva
- προσγείωση στα σουηδικά - landning, landnings, landningen, landar, landa
- προσγειώνομαι στα σουηδικά - jord, landa, mark, land, deplane
Τυχαίες λέξεις
Προσβολή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: anstöt, attack, angrepp, attacken, tack
Μεταφράσεις: anstöt, attack, angrepp, attacken, tack