Προσβολή στα ισλανδικά
Μετάφραση: προσβολή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
miski, smán, sök, árás, Attack, Árásin, sókn gegnum, sókn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσβολή
προσβολή κληρονομικού δικαιώματος, προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, προσβολή νεκρού νόμος, προσβολή συνώνυμα, προσβολή της σύνθεσης ή της λειτουργίας του κοινοβουλίου, προσβολή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προσβολή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- προσβάλλω στα ισλανδικά - vægur, brjóta, brjóta af, hneykslum, brjóta af sér, móðga
- προσβλητικός στα ισλανδικά - móðgandi, sókn
- προσγείωση στα ισλανδικά - lending, áfangasíðu, áfangasíðunnar, lendingu, tengda
- προσγειώνομαι στα ισλανδικά - lenda, landa, land, deplane
Τυχαίες λέξεις
Προσβολή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: miski, smán, sök, árás, Attack, Árásin, sókn gegnum, sókn
Μεταφράσεις: miski, smán, sök, árás, Attack, Árásin, sókn gegnum, sókn