Χασμουριέμαι στα σουηδικά
Μετάφραση: χασμουριέμαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gäspning, gapa, gap, gapar, morrhår, glipning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χασμουριέμαι
χασμουριέμαι συνέχεια, γιατί χασμουριέμαι, χασμουριέμαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, χασμουριέμαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- χασάπης στα σουηδικά - Butcher, slaktaren, slaktare, Kött, slaktar
- χασμουρητό στα σουηδικά - gäspning, gapa, gäspa, yawn, gäspar, gäspningar
- χασμωδία στα σουηδικά - hiatus, uppehåll, paus, avbrott, tomrum
- χαστουκίζω στα σουηδικά - smälla, Biff, smocka, smockan
Τυχαίες λέξεις
Χασμουριέμαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: gäspning, gapa, gap, gapar, morrhår, glipning
Μεταφράσεις: gäspning, gapa, gap, gapar, morrhår, glipning