Χασμουριέμαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: χασμουριέμαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ял, позіхати, позіхатиме, ловити гав, зівати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χασμουριέμαι
χασμουριέμαι συνέχεια, γιατί χασμουριέμαι, χασμουριέμαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, χασμουριέμαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- χασάπης στα ουκρανικά - убивця, м'ясник, різник, Мясник, ясник, м`ясник
- χασμουρητό στα ουκρανικά - ял, позіхати, позіхатиме, ловити гав, зівати
- χασμωδία στα ουκρανικά - розладдя, розлад, невідповідність, дисонанс, перепустка, пропуск, прогалину, ...
- χαστουκίζω στα ουκρανικά - уподобання, озиватися, клацати, ковток, домішка, стукнути, вдарити, ...
Τυχαίες λέξεις
Χασμουριέμαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ял, позіхати, позіхатиме, ловити гав, зівати
Μεταφράσεις: ял, позіхати, позіхатиме, ловити гав, зівати