Ακαμψία στα τούρκικα

Μετάφραση: ακαμψία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sertlik, sertliği, rijitlik, rijitliği, katılık
Ακαμψία στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακαμψία

ακαμψία υλικών, μυική ακαμψία, πτωματική ακαμψία, ακαμψία λεξικο, ακαμψία αμαξώματος, ακαμψία λεξικό γλώσσας τούρκικα, ακαμψία στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ακαθαρσία στα τούρκικα - kirlilik, safsızlık, yabancı madde, impürite, pislik
  • ακαθόριστος στα τούρκικα - karanlık, anlaşılmaz, huzursuz, kararsız, unsettled, belirsiz, oturmamış
  • ακανθώδης στα τούρκικα - dikenli, spiny, dikenli bir, ve dikenli, kılçıklı
  • ακανόνιστος στα τούρκικα - düzensiz, düzensiz bir, düzgün olmayan, çarpık
Τυχαίες λέξεις
Ακαμψία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sertlik, sertliği, rijitlik, rijitliği, katılık