Ασθενής στα τούρκικα
Μετάφραση: ασθενής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sabırlı, hasta, hastanın, hastada, hastaya
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασθενής
ασθενής με mers, ασθενής και ωδιπόρος, ασθενής σε καταστολή, ασθενής και, ασθενής με αφασία ακούει τους γιατρούς να συζητούν για τη δωρεά των οργάνων του, ασθενής λεξικό γλώσσας τούρκικα, ασθενής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ασημαντότητα στα τούρκικα - anlamsızlık, önemsizliği, anlamsızlığın, önemsizliğini, anlamsızlığın ile
- ασθένεια στα τούρκικα - kesel, hastalık, hastalığı, hastalıktır, hastalığın, bir hastalıktır
- ασθενικός στα τούρκικα - kuvvetsiz, donuk, zayıf, hastalıklı, iğrenç, sağlıksız, mide bulandırıcı, ...
- ασθμαίνω στα τούρκικα - solumak, pantolon, pant, pantolonu, pantulon
Τυχαίες λέξεις
Ασθενής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sabırlı, hasta, hastanın, hastada, hastaya
Μεταφράσεις: sabırlı, hasta, hastanın, hastada, hastaya