Gelişmek στα ελληνικά
Μετάφραση: gelişmek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπτύσσομαι, μεγαλώνω, αυξάνω, αναπτύσσω, αυξάνομαι, αύξηση, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gelir στα ελληνικά - εισόδημα, χοντρός, έσοδο, απολαβή, αισχρός, πρόστυχος, ακαθάριστος, ...
- gelişme στα ελληνικά - ανάπτυξη, όγκος, εξέλιξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, της ανάπτυξης
- gelmek στα ελληνικά - φθάνω, φτάνω, έρχομαι, έλα, έρθει, έρχονται, προέρχονται, ...
- gem στα ελληνικά - χαλιναγωγώ, χαλινάρι, χαλινώνω, κομμάτι, bit, λίγο, δυαδικών ψηφίων, ...
Τυχαίες λέξεις
Gelişmek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπτύσσομαι, μεγαλώνω, αυξάνω, αναπτύσσω, αυξάνομαι, αύξηση, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει
Μεταφράσεις: αναπτύσσομαι, μεγαλώνω, αυξάνω, αναπτύσσω, αυξάνομαι, αύξηση, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει