Γέρνω στα τούρκικα

Μετάφραση: γέρνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kıvrım, kavga, kavis, viraj, mücadele, zayıf, dayamak, bükmek, yokuş, yağsız, eğim, sarkma, sag, çökme, sarkma yapmaz, akma
Γέρνω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γέρνω

γέρνω συνώνυμα, γέρνω αγγλικά, γέρνω αοριστος, γέρνω έγειρα, γέρνω ρήμα, γέρνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, γέρνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • γένος στα τούρκικα - cins, cinsi, genus, cinsinin, cinsine
  • γέρικος στα τούρκικα - eski, gerikos
  • γέρος στα τούρκικα - eski, yaşlı, eski bir, nereden
  • γέφυρα στα τούρκικα - köprü, köprüsü, bridge, bir köprü, köprünün
Τυχαίες λέξεις
Γέρνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kıvrım, kavga, kavis, viraj, mücadele, zayıf, dayamak, bükmek, yokuş, yağsız, eğim, sarkma, sag, çökme, sarkma yapmaz, akma