Θρυμματίζω στα τούρκικα
Μετάφραση: θρυμματίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
darbe, parçalamak, crumble, çökmeye, parçalanacak, ufalanıp
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρυμματίζω
θρυμματίζω στα αγγλικα, θρυμματίζω συνωνυμα, θρυμματίζω λεξικο, θρυμματίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, θρυμματίζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- θρυλικός στα τούρκικα - efsanevi, Legendary, efsane, efsanevi bir
- θρυμματίζομαι στα τούρκικα - parçalamak, crumble, çökmeye, parçalanacak, ufalanıp
- θρόισμα στα τούρκικα - hışırtı, inlemek, uğuldama, uğuldamak, hışırdamak
- θρόνος στα τούρκικα - taht, tahtı, throne, tahtın, tahtını
Τυχαίες λέξεις
Θρυμματίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: darbe, parçalamak, crumble, çökmeye, parçalanacak, ufalanıp
Μεταφράσεις: darbe, parçalamak, crumble, çökmeye, parçalanacak, ufalanıp