Μενεξές στα τούρκικα
Μετάφραση: μενεξές, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
menekşe, mor, violet, viyole, viole
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μενεξές
μενεξές γεώργιος απθ, μενεξές ξάνθη, μενεξές φυτό, μενεξές τραγούδι, μενεξές στίχοι, μενεξές λεξικό γλώσσας τούρκικα, μενεξές στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μεμψίμοιρος στα τούρκικα - yakınan, huysuz, mızmız, sızlanan, söylenen
- μεμψιμοιρώ στα τούρκικα - itiraz, bahane, cavil, bahane aramak, kusur
- μερίδα στα τούρκικα - hisse, porsiyon, parça, pay, kısım, kısmı, kısmının, ...
- μερίδιο στα τούρκικα - ayrılmak, bölge, daire, hisse, bölüm, kısım, ayırmak, ...
Τυχαίες λέξεις
Μενεξές στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: menekşe, mor, violet, viyole, viole
Μεταφράσεις: menekşe, mor, violet, viyole, viole