Ομότιμος στα τούρκικα
Μετάφραση: ομότιμος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
akran, eş, eşler, meslektaşların, emsal
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομότιμος
ομότιμος συνώνυμα, ομότιμοσ επίτιμοσ, ομότιμος καθηγητής, ομότιμος καθηγητής στα αγγλικά, ομότιμος καθηγητής αγγλικά, ομότιμος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ομότιμος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ομόλογος στα τούρκικα - homolog, benzer, homologdur, homolog olan
- ομόνοια στα τούρκικα - uyum, Concord, anlaşma, barış, armoni
- ομόφωνα στα τούρκικα - oybirliğiyle, oybirliği, oybirliği ile, oy birliği, oy birliği ile
- ομόφωνος στα τούρκικα - oybirliği, birliği, fikir birliği içinde, birliği içinde, fikir birliği
Τυχαίες λέξεις
Ομότιμος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: akran, eş, eşler, meslektaşların, emsal
Μεταφράσεις: akran, eş, eşler, meslektaşların, emsal