Yaralamak στα ελληνικά
Μετάφραση: yaralamak, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραυματίζω, χτυπώ, πληγώνω, πονώ, κόπανος, κτυπώ, Maul, κοπανίζω, κακοποιώ
Μεταφράσεις
- yara στα ελληνικά - βλάβη, τραυματίζω, τραυματισμός, κάκωση, λαβώνω, πονώ, τραύμα, ...
- yaradılış στα ελληνικά - δημιουργία, δημιουργίας, τη δημιουργία, σύσταση, δημιουργία θέσεων
- yaramaz στα ελληνικά - άτακτος, κακό, άτακτο, άτακτα, άτακτη
- yarar στα ελληνικά - ανταμοιβή, πλεονέκτημα, αμοιβή, προτέρημα, απολαβή, όφελος, οφέλους, ...
Τυχαίες λέξεις
Yaralamak στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραυματίζω, χτυπώ, πληγώνω, πονώ, κόπανος, κτυπώ, Maul, κοπανίζω, κακοποιώ
Μεταφράσεις: τραυματίζω, χτυπώ, πληγώνω, πονώ, κόπανος, κτυπώ, Maul, κοπανίζω, κακοποιώ