Σκέπασμα στα τούρκικα
Μετάφραση: σκέπασμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şapka, kapak, kapağı, kapağını, örtüsü, örtü
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκέπασμα
σκέπασμα ηλιακού, σκέπασμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, σκέπασμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σκάμμα στα τούρκικα - çukur, pit, çukuru, ocak, çukurun
- σκάφος στα τούρκικα - gemi, bak, zanaat, senet, kap, damar, tekne, ...
- σκέπτομαι στα τούρκικα - sanmak, düşünmek, meditasyon, meditasyon yapmak, tefekkür
- σκέρτσο στα τούρκικα - şaka, canlı çalınan bölüm, Scherzo, arasındaki Scherzo
Τυχαίες λέξεις
Σκέπασμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: şapka, kapak, kapağı, kapağını, örtüsü, örtü
Μεταφράσεις: şapka, kapak, kapağı, kapağını, örtüsü, örtü