Τρέλα στα τούρκικα

Μετάφραση: τρέλα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
delilik, hiddet, çılgınlık, moda, çılgınlığı, craze, çılgınlığı ve
Τρέλα στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρέλα

τρέλα ερωτευμένοσ, τρέλα στίχοι, τρέλα είναι απλά μια άλλη μορφή της συνείδησης, τρέλα ή τρέλλα, τρέλα συμπτώματα, τρέλα λεξικό γλώσσας τούρκικα, τρέλα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • τράπεζα στα τούρκικα - banka, kıyı, Bank, bankası, bankanın
  • τράπουλα στα τούρκικα - takım, çete, kalabalık, grup, kartların, kartları, kartlarının, ...
  • τρέλες στα τούρκικα - revü, Follies, The Follies, Follies Bölgesi, Budalaları
  • τρέμω στα τούρκικα - titremek, salınım, okluk, sadak, titreşim, küsküt, Dodder, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρέλα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: delilik, hiddet, çılgınlık, moda, çılgınlığı, craze, çılgınlığı ve