Τρίξιμο στα τούρκικα
Μετάφραση: τρίξιμο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
inilti, inlemek, gıcırtı, squeak, ciyaklamak, cıvıltıya, cırlamak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρίξιμο
τρίξιμο δοντιών, τρίξιμο δοντιών στα παιδιά, τρίξιμο δοντιών στον ύπνο παιδι, τρίξιμο αυχένα, τρίξιμο συμπλέκτη, τρίξιμο λεξικό γλώσσας τούρκικα, τρίξιμο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- τρίλια στα τούρκικα - nitrillerdir, nitriller, nitrilleri, nitril
- τρίμηνο στα τούρκικα - kavram, vade, çeyrek, dörtte, çeyreğinde, çeyrekte, çeyreği
- τρίποδας στα τούρκικα - tripod, üçayak, sehpa, tripod kullanıldı, bir tripod
- τρίτος στα τούρκικα - üçüncü, üçüncü bir, üncü, üçte
Τυχαίες λέξεις
Τρίξιμο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: inilti, inlemek, gıcırtı, squeak, ciyaklamak, cıvıltıya, cırlamak
Μεταφράσεις: inilti, inlemek, gıcırtı, squeak, ciyaklamak, cıvıltıya, cırlamak