Přiřknout στα ελληνικά

Μετάφραση: přiřknout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατακυρώνω, κατανέμω, αναθέτω, βραβείο, απονέμω, αποφαίνομαι, ανάθεση, ανάθεσης, σύναψης, απονομής
Přiřknout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bodavý στα ελληνικά - ευερέθιστος, ακανθώδης, μυτερός, οξυδερκής, δύσκολος, κοφτερός, αιφνίδιος, ...
  • duchaplný στα ελληνικά - πνευματώδης, σπιρτόζος, έξυπνος, έξυπνο, brainy, διάνοια
  • hladce στα ελληνικά - λεία, ομαλά, ομαλή, απρόσκοπτα, την ομαλή, απαλά
  • nedospělý στα ελληνικά - υπεξούσιος, ασήμαντος, βρέφος, νεανικός, μικρός, ανώριμος, ελάσσων, ...
Τυχαίες λέξεις
Přiřknout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατακυρώνω, κατανέμω, αναθέτω, βραβείο, απονέμω, αποφαίνομαι, ανάθεση, ανάθεσης, σύναψης, απονομής